Δέσμιοι νοοτροπίας.
Πέρασαν κοντά τριάντα χρόνια πού οι πλειοψηφία των συμπατριωτών μας ζει και εργάζεται στην Ελλάδα, όμως ακόμη σήμερα όταν ρωτάς κάποιον, από πού είσαι; δεν υπάρχει περίπτωση να μην έρθει σε δύσκολη θέση, δεν τα κατάφερε οι πλειοψηφία των συμπατριωτών μας να αλλάξει.
Τι είναι αυτό που μας κάνει είμαστε διαφορετικοί από τους άλλους;
Το πρόβλημα μας είναι ότι κινούμαστε χωρίς να ξέρουμε ποίοι είμαστε και που πάμε.
Αν δούμε πως εξελίχθηκε η ζωή μας από την πτώση του καθεστώτος, παρατηρώντας το τρόπο σκέψης και λειτουργίας της κοινότητας αντλούμε χρήσιμα συμπεράσματα.
Συζητώντας με αρκετούς συμπατριώτες μας σου δημιουργείται η εντύπωση ότι όλοι γεννήθηκαν μετά το ενενήντα, αλλά όλως περίεργος μιλούν για ότι έγινε πριν το ενενήντα.
Η αντίφαση της ύπαρξης!
Είναι θέμα νοοτροπίας η συστήματος;
Είμαστε μία κοινότητα που ασθενή όπως ο άνθρωπος που πάσχει από μανιοκαταδίωξη και φροντίζει να έχει εχθρούς για να τον καταβάλει ή αρρώστια.
Πέρασαν σχεδόν τριάντα χρόνια και ακόμα δεν καταφέραμε σαν κοινότητα να συμφωνήσουμε στα αυτονόητα.
Έχουμε ένα κενό εαυτού το οποίο πρέπει να γεμίσουμε με ιδέες για τον εαυτό μας.
Όχι με ιδέες που έχουν μετατραπεί σε μανιοκαταδίωξη, λέγοντας ότι μας φταίει ο ένας, μας φταίει ο άλλος, ότι κάποιοι συνωμοτούν μόνιμα εναντίων μας αλλά απουσιάζουν οι ιδέες δημιουργικές με σύνεση και κοινό στόχο, πράγμα πού αποδεικνύει γιατί δεν έγινε κάτι μέχρι σήμερα, επειδή δεν έχουμε σαφή εικόνα για τον εαυτό μας.
Ψάχνουμε για εχθρούς επειδή δεν γνωρίζουμε ποιοι είμαστε!
Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της κοινότητας μας, πέσαμε στην θάλασσα το ενενήντα και ακόμα νομίζουμε ότι πετάμε στον ουρανό.
Μετά το 90′ μπήκαμε σε ένα πολιτικό σύστημα όπου γινόταν ένας πόλεμος χωρίς όπλα, με έντονη όμως την ανάγκη ενοχοποίησης από μερίδα της κοινωνίας μας προς την άλλη.
Με αποτέλεσμα όλοι αυτή η αλλαγή στην κοινότητας μας, σε σύντομο χρονικό διάστημα, σημαίνει ότι όχι μόνο δεν μας βοήθησε ή συνέτισε, αλλά έφερε μια κατάσταση διχασμού στην οποία η κοινότητα μας καταλαβαίνει την εικόνα της όχι μέσα από τον εαυτό της αλλά μέσα από τον αντίπαλο.
Ο διχασμός καλά κρατεί όλα αυτά τα χρόνια.
Θα μπορούσε να ρωτήσει κάνεις, ποιος το έκανε αυτό η ποίο πολιτικό η ιδεολογικό ρεύμα;
Στην περίπτωση μας μετά την κατάρρευση, δεν υπάρχει το ιδεολογικό ως κίνητρο αλλά η ψυχολογία ενός κόσμου που δεν μπορούσε να βρει τον εαυτό της στο νέο περιβάλλον που βρέθηκε.
Οι άνθρωποι δεν ήταν έτοιμοι να αναλάβουν το φορτίο μιας νέας πραγματικότητας που βρέθηκαν, διότι δεν ήταν εκπαιδευμένοι.
Δεν υπήρχε η δυνατότητα ελέγχου της κατάστασης, δεν μπορούσε ο κόσμος να σκεφθεί που οδηγείτε.
Έτσι άρχισε να γίνεται ορατό το πρόβλημα με την κουλτούρα μας.
Ήμασταν μία κοινότητα με κλειστή σκέψη και είναι κλειστή επειδή είχε της απαντήσεις έτοιμες μέσα από τα βιώματα και το τρόπο που λειτουργούσε το κομμουνιστικό καθεστώς.
Μετά από τριάντα χρόνια ένα μεγάλο ποσοστό της κοινότητας μας πληρώνοντας ακριβό τίμημα κατάφερε και προσαρμόστηκε στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, για το λόγο αυτό η προσπάθεια που ξεκίνησε από την κοινότητα μας, είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να καταφέρουμε κάτι, έτσι πρέπει να εισπράττουμε αυτό που γίνεται εκεί βρίσκεται η ουσία για την αλλαγή.
Έχει σημασία αυτό να το καταλάβουμε γιατί αν επαναληφθεί το ίδιο φαινόμενο θα έχουμε άλλη μια περίπτωση απώλειας για συλλογικό βηματισμό και σκέψη.
Και η σκέψη απαιτεί ευθύνη, σκέπτομαι άρα υπάρχω.
Για να πραγματοποιηθεί το επόμενο βήμα χρειάζεται θέληση η οποία είναι δύο ειδών.
Η θέληση που οργανώνεται με υποστήριξη την σκέψη και ή ανάλυση της κατάστασης η άλλη είναι η θέληση ως εσχατολογική διάθεση να αλλάξουμε τα πάντα με έναν μαγικό τρόπο.
Επόμενος είναι μία προβληματική θέληση που έχει να κάνει με την νοοτροπία, την τρέλα, την συμπεριφορά εν γένει και έτσι δεν μας δίνει την δυνατότητα να καταλάβουμε, ποιοι είμαστε και τι θέλουμε.
Τυχαίο είναι δηλαδή ότι πιστεύουμε στην πλειοψηφία της κοινότητας μας ότι μας καταδιώκουν όλοι; επειδή δεν θέλουν να προκόψουν οι Βορειοηπειρώτες, να γίνουμε κάτι; Φυσικά και όχι, η μανία καταδιώξεως έρχεται ακριβώς να καλύψει την απουσία της θέλησης.
Η αλήθεια είναι ότι στην ανυπαρξία της κοινότητας μας τίθεται σήμερα το πρόβλημα.
Αν θέλουμε να υπάρχει αυτός ο κορμός, θα πρέπει όλοι να προσφέρουμε για να ριζώσει και να βγάλει κλαδιά, ώστε όλοι να απολαμβάνουμε την σκιά του.