Πληροφορίες

Η αγάπη και η νοσταλγία για την γενέθλια γη, είναι μια άσβεστη φλόγα.

Η Μάλτσιανη, το Ελίκρανον και το μυστήριο των προγόνων

 


Η Μάλτσιανη, το Ελίκρανον και το μυστήριο των προγόνων

Εκεί όπου οι πέτρες μιλούν ακόμα

«Ήτανε μια από κείνες τις καθαρές αυγουστιάτικες μέρες που η σκιά του πλάτανου στη Μαργάρο απλωνόταν βαριά, σαν αγκαλιά παλιάς γιαγιάς. Ο παππούς ο Γιώτης καθότανε στο πεζούλι και κοίταζε απέναντι, προς το λόφο με τ’ αγριοβότανα, που χρόνια τώρα όλοι τον λένε κάστρο. Κάθε τόσο έλεγε ιστορίες  πότε για το χρυσό γουρούνι και τα εννιά γουρουνόπουλα που χάθηκαν στη στοά, πότε για πολέμους, πότε για βασιλιάδες. Μια φορά τον ρώτησα: Παππού, ποιος το ’φτιαξε το κάστρο;
Κι εκείνος, μ’ ένα βλέμμα που γινόταν βουνό και θύμηση, απάντησε  Το ’φτιαξε ο Πύρρος, παιδί μου. Ήταν κάστρο μεγάλο, του βασιλιά της Ηπείρου, γι’ αυτό και τόσα χρόνια δεν το πήρε κανείς, ούτε οι ξένοι, ούτε οι Ιλλυριοί, ούτε ο χρόνος..."


Το χωριό που φυλάει μνήμη και μυστήριο

Υπάρχουν χωριά που δεν τα πιάνει εύκολα το μάτι στον χάρτη κι όμως κρύβουν ιστορία βαθιά, μνήμη πεισματάρα και μυστήριο που περνάει από στόμα σε στόμα, από γενιά σε γενιά.
Η Μάλτσιανη, χωμένη στους πρόποδες των βουνών της Βορείου Ηπείρου, είναι ακριβώς τέτοιο χωριό, ένας τόπος όπου το παλιό συναντά το καινούριο και κάθε μονοπάτι έχει τη δική του αφήγηση.

Κάπως ψηλότερα, απέναντι από το χωριό, ξεχωρίζει ο λόφος με τ’ αρχαία ερείπια. Εδώ είναι, λένε οι ντόπιοι, το παλιό κάστρο του Πύρρου. Οι πέτρες, μισοσβησμένες και σκεπασμένες με σπαρτα και ασφάκες, μαρτυρούν πως κάποτε εδώ υπήρχε κάτι σπουδαίο  ένα κάστρο, μια πόλη, ένας κόσμος.

Οι μεγαλύτεροι, όταν σμίγουν τα καλοκαίρια κάτω από τον πλάτανο στη Μαργάρο, θα σου πουν ιστορίες για θησαυρούς, μάχες, στοές που βγαίνουν ποιος ξέρει πού, και για τους Χάονες, τους Μολοσσοούς, τους «απ’ εδώ» και τους «απ’ εκεί».
Κι αν ρωτήσεις, κανείς δεν ξέρει πού αρχίζει η αλήθεια και πού τελειώνει ο θρύλος. Όλοι όμως συμφωνούν σε ένα, το κάστρο ήταν πάντα εκεί, σημάδι και αίνιγμα.


Το μυστήριο του Ελίκρανον

Λίγο λίγο, οι άνθρωποι του τόπου άκουγαν τα ονόματα από τους δασκάλους και τους παλιούς:
Ελίκρανον  έτσι το έλεγαν στην αρχαιότητα, λέει η επιστήμη. Μια πόλη φρούριο στα σύνορα των Χαόνων και των Μολοσσών, τόπος δύσκολος και στρατηγικός.

Εδώ, πάνω στον λόφο, σε υψόμετρο έξι εκατοντάδων τριάντα μέτρων, χτίστηκε η ακρόπολη με θέα που κόβει την ανάσα. Κι αν σηκώσεις το βλέμμα, βλέπεις ίσαμε μακριά, κάτω στην πεδιάδα, ίσα που φαίνεται το ύψωμα της αρχαίας Φοινίκης, της μεγάλης πρωτεύουσας των Χαόνων. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα απογεύματα, με καθαρό καιρό, ο ήλιος βουτάει στο Ιόνιο κι όλα μοιάζουν σαν σε αρχαίο όνειρο.

Το κάστρο τούτο δεν είναι απλώς σωρός από πέτρες.
Είναι τοποθεσία κλειδί, σημείο ελέγχου του περάσματος, της επικοινωνίας, του ποιος κρατά τη μοίρα του τόπου στα χέρια του.


Ο Πολύβιος και οι καπνοί της Χαονίας

Δεν είναι μόνο οι ιστορίες των γερόντων που δίνουν βάρος στο κάστρο. Είναι και οι γραφές των παλιών των ιστορικών. Ο Πολύβιος, σπουδαίος χρονογράφος των ελληνιστικών χρόνων, μιλάει ακριβώς για τούτο τον τόπο, όταν περιγράφει την εποχή που οι Ιλλυριοί επιτέθηκαν στα χωριά της Χαονίας και τα ελληνικά στρατεύματα έτρεξαν να βοηθήσουν:

«Καὶ στρατοπεδεῦσαι πρὸς τῷ Ἐλικράνῳ ἐθεώρουν τοὺς καπνοὺς τῶν καταφλεγομένων ὑπὸ τῶν Ἰλλυριῶν χωρίων τῆς Χαονίας· καὶ πολὺ διηπόρουν, ὅπως εὐπορήσουσιν ὑπὲρ τῆς ὑπαγωγῆς τῶν συμμάχων.»
(Πολύβιος, Ιστορίαι 2.8.5)

Δηλαδή, Στρατοπεδεύοντας κοντά στο Ελίκρανον, έβλεπαν τους καπνούς από τα χωριά της Χαονίας που καιγόταν από τους Ιλλυριούς και βρίσκονταν σε μεγάλη αμηχανία ως προς το πώς θα μπορέσουν να βοηθήσουν τους συμμάχους τους.

Αυτή η σκηνή, γραμμένη πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, αποτυπώνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο πόσο σημαντικό ήταν το κάστρο της Μάλτσιανης όχι μόνο ως άμυνα, αλλά και ως μάτι και αυτί για όλη την πεδιάδα της Χαονίας.

Με άλλα λόγια, όταν οι Χάονες κινδύνευαν από τις επιδρομές των Ιλλυριών, τα ελληνικά στρατεύματα στρατοπέδευσαν εδώ, στο Ελίκρανον, κι από το ύψωμα έβλεπαν τους καπνούς από τα χωριά που καιγόντουσαν στην πεδιάδα.
Αυτό το στιγμιότυπο αποτυπώνει τη σημασία του λόφου  όχι μόνο ως άμυνα, αλλά και ως σημείο εποπτείας και ειδοποίησης. Μπορούσες να δεις τα πάντα  κι έτσι το κάστρο έμεινε μνήμη και σύμβολο.


Τα αρχαία ευρήματα και οι θρύλοι του τόπου

Σήμερα, λίγα φαίνονται στην επιφάνεια  κάποιες μεγάλες πέτρες, ίχνη από θεμέλια, και μια γη που ξέρει να κρύβει καλά τα μυστικά της. Οι χωριανοί, όμως, θυμούνται ιστορίες για αγγειοπλασμένα κομμάτια, για κρυμμένα νομίσματα που βρέθηκαν κατά καιρούς στο λόφο, και για σπηλιές που μπορεί να ήταν καταφύγια ή στοές.

Από στόμα σε στόμα έφτασαν οι διηγήσεις για αρχαία νομίσματα του Πύρρου, για επιγραφές που κανείς δεν ήξερε να διαβάσει, για σπασμένα αγγεία και χαλκάκια που φανέρωναν ότι εδώ υπήρχε ζωή παλιά, πολύ παλιά. Οι άνθρωποι σέβονταν αυτά τα ευρήματα τα κρατούσαν σπίτι ή τα άφηναν εκεί όπου τα βρήκαν, σαν να ήξεραν πως ανήκουν σε άλλον χρόνο, σε άλλους ανθρώπους.

Η επιστήμη λέει πως τέτοια νομίσματα, με τη μορφή του Πύρρου και τη φράση “Βασιλεύς των Μολοσσών”, κυκλοφόρησαν ευρέως σε όλη την Ήπειρο, και δεν σημαίνει πως το κάστρο ήταν μολοσσικό. Περισσότερο μαρτυρούν το μεγαλείο μιας εποχής που όλη η Ήπειρος είχε κοινό νόμισμα και πολιτική δύναμη. Όμως, για τον απλό κάτοικο, το να βρει ένα τέτοιο νόμισμα στο χώμα της Μάλτσιανης, ήταν σαν να πιάνει στα χέρια του ένα κομμάτι της ιστορίας, μια απόδειξη ότι κι εδώ, σε τούτο το λόφο, πέρασε ο Πύρρος ο δικός τους βασιλιάς, ο θρυλικός πολεμιστής.

Κι έτσι, η φαντασία, η μνήμη και το πραγματικό μπλέκουν σ’ ένα γλυκό κουβάρι. Το κάστρο γίνεται του Πύρρου, το νόμισμα παίρνει το όνομα του μεγάλου βασιλιά, και κάθε μισογκρεμισμένο τείχος αποκτά στόμα και φωνή.

Οι Χάονες, οι Μολοσσοί και το όριο της μνήμης

Αν ρωτήσεις δέκα ανθρώπους στη Μάλτσιανη, θα ακούσεις δέκα εκδοχές για το σε ποιον ανήκε το κάστρο. Άλλοι θα πουν Χάονες, άλλοι Μολοσσοί, κι άλλοι απλώς οι παλιοί μας πρόγονοι. Η αλήθεια είναι πως τούτος ο τόπος ήταν πάντα σταυροδρόμι. Τα βιβλία λένε πως οι Χάονες ήταν τα πρώτα αφεντικά του κάμπου, με πρωτεύουσα τη Φοινίκη, αλλά κάποια εποχή ήρθαν οι Μολοσσοί, ένωσαν το βασίλειο, κι όλα μπερδεύτηκαν.

Η επιστήμη τοποθετεί το Ελίκρανον περισσότερο στην αγκαλιά των Χαόνων, λόγω εγγύτητας με τη Φοινίκη και με βάση τις μαρτυρίες του Πολύβιου. Όμως, στη μακρά διαδρομή του χρόνου, το κάστρο πέρασε και από χέρια Μολοσσών, ίσως και Ρωμαίων, ίσως και άλλων. Για τον κάτοικο, όμως, έχει μικρή σημασία η εθνικότητα των παλιών. Αυτό που μένει είναι η μνήμη του τόπου, η σιγουριά ότι εδώ υπήρχε πολιτεία, δύναμη, ζωή.

Μια λαϊκή ιστορία για το κάστρο

Λένε πως μια φορά, στους καιρούς της τουρκοκρατίας, ήρθε κάποιος κυνηγός από άλλο χωριό και ανέβηκε στο κάστρο να μαζέψει ρίγανη. Εκεί, σ’ ένα χαντάκι ανάμεσα στα ερείπια, βρήκε έναν παράξενο λαγό, άσπρο σαν το γάλα. Τον κυνήγησε ώσπου ο λαγός χώθηκε σε μια τρύπα και χάθηκε. Σκύβει ο κυνηγός να δει, κι από μέσα άρχισε να ακούει έναν βόμβο, σαν να τραγουδούσε ο άνεμος μέσα σε χάλκινα πιθάρια. Οι παλιοί λέγαν πως εκεί, στα σκοτεινά της γης, κοιμάται το χρυσό γουρούνι του Πύρρου, μαζί με τα εννιά γουρουνόπουλα, φρουροί του κάστρου, ώσπου να ξανάρθουν καιροί καλύτεροι.

Και πάντα, όταν πέρναγε κανείς από το λόφο σούρουπο, έριχνε μια πέτρα ή έκανε το σταυρό του, για να μην ξυπνήσει τα πνεύματα που κατοικούν εκεί κάτω. Γιατί, όπως λέει ο παππούς, οι πέτρες έχουν μνήμη κι οι τόποι ψυχή, αν τους σέβεσαι, σου ανοίγουν τις πόρτες τους.

Το βλέμμα προς τη Φοινίκη  το σήμερα και το αύριο

Αν σταθείς στην κορυφή του κάστρου στον Αελιά ένα πρωινό που ο αέρας είναι καθαρός, κοιτάς πέρα  στη μεγάλη πεδιάδα που απλώνεται σαν χάρτης κάτω από τα πόδια σου. Στο βάθος, σχεδόν μυστηριακά, ξεχωρίζει το ύψωμα της αρχαίας Φοινίκης. Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς, αλλά, όπως λένε οι αρχαιολόγοι, από εδώ πάνω ο φρουρός της ακρόπολης του Ελίκρανον μπορούσε να δει τα σήματα και τους καπνούς από την πρωτεύουσα των Χαόνων.

Και ίσως, τότε, σε μια μακρινή εποχή, κάποιος να καθόταν όπως εσύ τώρα, και να αναρωτιόταν τι άνθρωποι ζούσαν στη Φοινίκη, τι μυστικά έκρυβε ο κάμπος, και πώς θα ήταν η ζωή όταν το κάστρο ήταν γεμάτο φωνές, άλογα και παιδικά γέλια.

Τοπίο και μνήμη

Η Μάλτσιανη σήμερα μπορεί να έχει λιγοστούς μόνιμους κατοίκους, αλλά στις πέτρες του κάστρου φυλάει τη μνήμη όλων όσων πέρασαν Χάονες, Μολοσσοί, Ρωμαίοι, Τούρκοι, βλάχοι βοσκοί, αντάρτες και ξενιτεμένοι. Το χώμα εδώ μυρίζει ιστορία, κι αν προσέξεις, κάθε λουλούδι που φυτρώνει ανάμεσα στα τείχη μοιάζει να έχει ρίζες βαθιές, τόσο βαθιές όσο οι ρίζες των ανθρώπων που δεν ξεχνούν.

Το κάστρο δεν είναι μόνο αρχαιολογικός χώρος. Είναι σημείο αναφοράς, σύμβολο και τόπος όπου ο χρόνος κυλάει αλλιώς. Οι μανάδες λένε στα παιδιά ιστορίες για στοιχειά και βασιλιάδες, οι παππούδες θυμούνται πολέμους και γιορτές, και όλοι ξέρουν πως χωρίς το λόφο, χωρίς τη μνήμη, το χωριό θα ήταν άλλο  ίσως απλώς μια στάση στον δρόμο.

Το μεγάλο ερώτημα, Σε ποιον ανήκει το κάστρο;

Όσοι ασχολούνται με τα βιβλία θα πουν πως το Ελίκρανον ήταν χαονικό, πως η γειτνίαση με τη Φοινίκη δείχνει σαφώς την ταυτότητά του, πως ο Πολύβιος το συνδέει με τις τύχες των Χαόνων.
Κάποιοι θα προσθέσουν πως στα χρόνια του Πύρρου όλοι στην Ήπειρο ζούσαν κάτω από το ίδιο βασίλειο γι’ αυτό και τα νομίσματα του Πύρρου βρέθηκαν παντού, κι εδώ.

Μα οι ντόπιοι ξέρουν κάτι ακόμα, πως οι ταυτότητες δεν είναι πάντα απλές. Τούτος ο τόπος έμαθε να είναι πέρασμα και σύνορο, να αλλάζει αφέντες και να κρατά τα μυστικά του. Το κάστρο είναι όλων και κανενός. Είναι της ιστορίας, της μνήμης, των παιδιών που παίζουν ακόμα μέσα στα χόρτα  και όλων των γενεών που έφυγαν, αλλά πάντα γυρίζουν με τη σκέψη εδώ.



Μια μικρή εξομολόγηση

Όταν ήμουνα παιδί, ανέβαινα στο κάστρο με τον πατέρα μου. Εκείνος δεν ήξερε να μου πει πολλά από τα βιβλία, μα έδειχνε τις πέτρες και έλεγε: "Εδώ φύλαγαν, εδώ κοιμόντουσαν, εδώ είναι ο τάφος του βασιλιά". Και κάθε φορά που ο ήλιος έγερνε πίσω απ’ τα βουνά, μου φαινόταν πως οι σκιές χόρευαν ανάμεσα στα χαλάσματα ίσως ήταν οι παλιοί Χάονες, ίσως οι πολεμιστές του Πύρρου, ίσως οι δικοί μας άνθρωποι που άφησαν το χώμα, αλλά ποτέ τη μνήμη.

 Η μνήμη, το τοπίο και η ταυτότητα

Το κάστρο της Μάλτσιανης, το Ελίκρανον των αρχαίων, δεν είναι μόνο ένας σωρός από πέτρες είναι η απόδειξη πως η ιστορία δεν πεθαίνει, αν υπάρχει κάποιος να τη θυμάται, να τη διηγείται και να τη σέβεται. Το ποιοι ήταν οι πρώτοι κάτοικοι, τι γλώσσα μιλούσαν, ποιας φυλής ήταν όλα αυτά έχουν σημασία για τα βιβλία.
Για τους ανθρώπους όμως, η αληθινή ταυτότητα του τόπου είναι η μνήμη, το φως του ήλιου στα χαλάσματα, το δειλινό πάνω από την πεδιάδα, η σκιά του πλάτανου και η μυρωδιά της γης μετά τη βροχή.

Κι έτσι το κάστρο στέκει  πότε ως θρύλος, πότε ως μυστήριο, πότε ως βεβαιότητα  και περιμένει τους επόμενους να του δώσουν φωνή.


Πηγές (διακριτικά, για όποιον θέλει να ψάξει):

  • Πολύβιος, Ιστορίαι 2.8.5

  • N.G.L. Hammond, Epirus, Oxford 1967

  • Philippe Cabanes, L’Épire de la mort de Pyrrhos à la conquête romaine, Paris 1976

  • M.B. Sakellariou, Epirus: 4000 Years of Greek History and Civilization, Εκδοτική Αθηνών

  • Νικόλαος Πολίτης, Παραδόσεις, τόμ. Η΄, 1904


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια θα διαγραφούνε.

Η Μάλτσιανη, το Ελίκρανον και το μυστήριο των προγόνων

  Η Μάλτσιανη, το Ελίκρανον και το μυστήριο των προγόνων Εκεί όπου οι πέτρες μιλούν ακόμα «Ήτανε μια από κείνες τις καθαρές αυγουστιάτικες μ...