Πληροφορίες

Η αγάπη και η νοσταλγία για την γενέθλια γη, είναι μια άσβεστη φλόγα.

Πραγματική ιστορία, το τραγούδι της Νάσιοβας.

 

Πραγματική ιστορία, το τραγούδι της Νάσιοβας.



Η ευαισθησία για την παράδοση τα ήθη και έθιμα ,οφείλετε σε ένα μεγάλο βαθμό στης πολιτικές και κοινωνικό γεωγραφικές συνθήκες ,κάτω από της οποίες έζησαν οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου και βιώνουν ακόμη σήμερα.
Βλέποντας με αγάπη και  στοργή τον δικό τους πολιτιστικό θησαυρό , διατηρώντας τον σαν κόρη οφθαλμού,λόγο μεγάλων δυσκολιών που αντιμετώπισε ο εκεί ελληνισμός ειδικότερα μετά της αρχές του δεκάτου ενάτου αιώνα που τον ξέκοψαν από την  μητέρα Ελλάδα.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον ,που το καθεστώς επέβαλε, ξεστράτισε από την φυσική εξέλιξη του , το δημοτικό τραγούδι παραποιήθηκε με βάναυσο τρόπο και περιθωριοποιήθηκαν πάρα πολλά δημοτικά τραγούδια ,με το πρόσχημα ότι δήθεν ήταν οπισθοδρομικά ειδικά τα τελετουργικά και θρησκευτικά τραγούδια.
Ο λαός όμως διαφύλαξε τα τραγούδια του, κρατώντας τα γερά στην μνήμη του, στο διάβα των δοκιμασιών και δυσκολιών που αντιμετώπισε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει ακόμη σήμερα.
Όσα και να είναι τα  απαγορευμένα τραγούδια αυτά ,ο λαός κατάφερε να τα διασώσει ,έτσι να επιζήσει το δημοτικό τραγούδι μέσα στης καρδιές των Βορειοηπειρωτών και να συνεχίζει ακόμη σήμερα.
Το παρακάτω είναι από τα λησμονημένα τραγούδια εκείνης της εποχής,όπως μας το περιγράφει ο καθηγητής Λαογραφίας Γιώργος Παναγίωτου στο βιβλίο του «Δεν είμαστε και εμείς Ρωμαίοι»σελ.203 

Μια  πραγματική ιστορία που εξελίχθηκε στο χωριό Μάλτσιανη .

Απόσπασμα από το βιβλίο.

« Η πληροφοριοδότριά μου,η ογδοντάχρονη Αναστασία Τζώρου από την Μάλτσιανη μιλούσε με ιδιαίτερο σεβασμό και περηφάνια για το κύριο πρόσωπο και την υπόθεση του παρακάτω τραγουδιού :
«Δεν το θυμάμαι το όνομα της Νάσιοβας,θαρρώ ‘πο τους Τσικάτες ήτανε .Οι παλιοί μας ήλεγαν οτ’ ήταν αντρογύναικα,κατουρούσε ορθή….Και πάει μια μέρα βότανο πέρα στο Κατωκάμπο. Πέρασ’ ένας τούρκος καβάλα στ’ άλογο. Εδώ στα χωριά μας δεν παρασύχναζαν οι Τούρκοι -βουνά,κλεφτουριές …..Τυχερό της.Την είδε ,τη λιμπεύτηκε,γιατί ήταν κι όμορφη ,και πάει να την αντροπιάσει.
Τι να ‘καν’ η γυναίκα;  
Μακριά από το χωριό ήτανε,μαναχή της ήτανε,τροΰρω ψυχή.
Έκανε πως της άρεσε και αυτηνής.
Και εκεί που έκανε πως τον χαϊδευε,τον έπιασε σφιχτά ‘πο’ τ’ αχαμνά ,με σχωρείτε και κόκκαλο…..
Πότε γίγκ’ αυτό; 
Ποιος το ξέρει;
Παλιά χρόνια.
Για,πάρ’ το με την γνώμη σου: εγώ το ‘κουγα ‘πο τη μαλέκω μου ,και κείνη ‘πο την μαλέκω της ,και βάλε.
Διακόσια χρόνια,περσότερα,ποιος ξέρει;
Γιατί το χωριό μας είναι παλιό ,’πο το καιρό της Μονοβύζας .
Ωχού ,πόσα είδαν τούτα τα βουνά!
Αλλ’ ο Τούρκος είναι άλλο πράγμα…..»

Τα λόγια της μαλέκω Τάσιως (συνήθως έτσι την φώναζαν στο χωριό) δεν έχουν ανάγκη σχολιασμού.
Εκείνο όμως που θα πρέπει να επισημανθεί είναι ότι το τραγούδι μας αποτελεί παράδειγμα της βαρβαρότητας της τουρκικής δουλείας και της πατροπαράδοτης συνεχούς αντίστασης εναντίον της.

Φόνος ανήθικου Τούρκου

Εροδίσ’ η ανατολή κι ανάριωσαν τ’ αστέρια,
βήκαν τα γίδια για βοσκή κι η πέρδικες παιγνίδι ,
εκίνησε κι η Νάσιοβα να πα να βοτανίσει.
– Που πας ,νυφούλα,μαναχή μακριά ‘πο το χωριό σου; 
Δε σκιάζεσαι ‘κλέφτηδες, δε σκιάζεσαι ‘πο’. Τούρκους ; 
– Έχω δρεπάνι στην ποδιά,τσεκούρι στο ζωνάρι.
Κι ο σουβαρής εδιάβαινε με τ’ άλογο καβάλα,
είδε μαντίλι πόλαμπε,μανίκι που να αστράφτει,παραστρατάει τ’ άλογο,στη Νάσιοβα πηγαίνει:
-Κόρη μ’ ,εσύ ‘σαι μαναχή,να  ‘ρθω κι εγώ κοντά σου!
-Σαν έρθεις,καλώς όρισες και καλώς να κοπιάσεις! 
Βρωμότουρκε, είναι δύσκολο της πέρδικας κυνήγι…
Αφ’κες τα κοκαλάκια σου εδώ σε ξένο τόπο .

Μάλτσιανη ,1952



Βιβλιογραφία 

Δεν είμαστε και εμείς Ρωμιοί.....

Γιώργος Παναγιώτου 

Το τραγουδι της Νασιοβας .

Η ευαισθησία για την παράδοση τα ήθη και έθιμα ,οφείλετε σε ένα μεγάλο βαθμό στης πολιτικές και κοινωνικό γεωγραφικές συνθήκες ,κάτω από της οποίες έζησαν οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου και βιώνουν ακόμη σήμερα.
Βλέποντας με αγάπη και  στοργή τον δικό τους πολιτιστικό θησαυρό , διατηρώντας τον σαν κόρη οφθαλμού,λόγο μεγάλων δυσκολιών που αντιμετώπισε ο εκεί ελληνισμός ειδικότερα μετά της αρχές του δεκάτου ενάτου αιώνα που τον ξέκοψαν από την  μητέρα Ελλάδα.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον ,που το καθεστώς επέβαλε, ξεστράτισε από την φυσική εξέλιξη του , το δημοτικό τραγούδι παραποιήθηκε με βάναυσο τρόπο και περιθωριοποιήθηκαν πάρα πολλά δημοτικά τραγούδια ,με το πρόσχημα ότι δήθεν ήταν οπισθοδρομικά ειδικά τα τελετουργικά και θρησκευτικά τραγούδια.
Ο λαός όμως διαφύλαξε τα τραγούδια του κρατώντας τα γερά στην μνήμη του,στο διάβα των δοκιμασιών και δυσκολιών που αντιμετώπισε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει ακόμη σήμερα.
Όσα και να είναι τα  απαγορευμένα τραγούδια αυτά ,ο λαός κατάφερε να τα διασώσει ,έτσι να επιζήσει το δημοτικό τραγούδι μέσα στης καρδιές των Βορειοηπειρωτών και να συνεχίζει ακόμη σήμερα.
Το παρακάτω είναι από τα λησμονημένα τραγούδια εκείνης της εποχής,όπως μας το περιγράφει ο καθηγητής Λαογραφίας Γιώργος Παναγίωτου στο βιβλίο του "Δεν είμαστε και εμείς Ρωμαίοι"σελ.203 
Μια  πραγματική ιστορία που εξελίχθηκε στο χωριό Μάλτσιανη .
Απόσπασμα από το βιβλίο.
« Η πληροφοριοδότριά μου,η ογδοντάχρονη Αναστασία Τζώρου από την Μάλτσιανη μιλούσε με ιδιαίτερο σεβασμό και περηφάνια για το κύριο πρόσωπο και την υπόθεση του παρακάτω τραγουδιού :
"Δεν το θυμάμαι το όνομα της Νάσιοβας,θαρρώ 'πο τους Τσικάτες ήτανε .Οι παλιοί μας ήλεγαν οτ' ήταν αντρογύναικα,κατουρούσε ορθή....Και πάει μια μέρα βότανο πέρα στο Κατωκάμπο. Πέρασ' ένας τούρκος καβάλα στ' άλογο. Εδώ στα χωριά μας δεν παρασύχναζαν οι Τούρκοι -βουνά,κλεφτουριές .....Τυχερό της.Την είδε ,τη λιμπεύτηκε,γιατί ήταν κι όμορφη ,και πάει να την αντροπιάσει.
Τι να 'καν' η γυναίκα;  
Μακριά από το χωριό ήτανε,μαναχή της ήτανε,τροΰρω ψυχή.
Έκανε πως της άρεσε και αυτηνής.
Και εκεί που έκανε πως τον χαϊδευε,τον έπιασε σφιχτά 'πο' τ' αχαμνά ,με σχωρείτε και κόκκαλο.....
Πότε γίγκ' αυτό; 
Ποιος το ξέρει;
Παλιά χρόνια.
Για,πάρ' το με την γνώμη σου: εγώ το 'κουγα 'πο τη μαλέκω μου ,και κείνη 'πο την μαλέκω της ,και βάλε.
Διακόσια χρόνια,περσότερα,ποιος ξέρει;
Γιατί το χωριό μας είναι παλιό ,'πο το καιρό της Μονοβύζας .
Ωχού ,πόσα είδαν τούτα τα βουνά!
Αλλ' ο Τούρκος είναι άλλο πράγμα.....»
Τα λόγια της μαλέκω Τάσιως (συνήθως έτσι την φώναζαν στο χωριό) δεν έχουν ανάγκη σχολιασμού.
Εκείνο όμως που θα πρέπει να επισημανθεί είναι ότι το τραγούδι μας αποτελεί παράδειγμα της βαρβαρότητας της τουρκικής δουλείας και της πατροπαράδοτης συνεχούς αντίστασης εναντίον της.

Φόνος ανήθικου Τούρκου

Εροδίσ' η ανατολή κι ανάριωσαν τ' αστέρια,
βήκαν τα γίδια για βοσκή κι η πέρδικες παιγνίδι ,
εκίνησε κι η Νάσιοβα να πα να βοτανίσει.
- Που πας ,νυφούλα,μαναχή μακριά 'πο το χωριό σου; 
Δε σκιάζεσαι 'κλέφτηδες, δε σκιάζεσαι 'πο'. Τούρκους ; 
- Έχω δρεπάνι στην ποδιά,τσεκούρι στο ζωνάρι.
Κι ο σουβαρής εδιάβαινε με τ' άλογο καβάλα,
είδε μαντίλι πόλαμπε,μανίκι που να αστράφτει,παραστρατάει τ' άλογο,στη Νάσιοβα πηγαίνει:
-Κόρη μ' ,εσύ 'σαι μαναχή,να  'ρθω κι εγώ κοντά σου!
-Σαν έρθεις,καλώς όρισες και καλώς να κοπιάσεις! 
Βρωμότουρκε, είναι δύσκολο της πέρδικας κυνήγι...
Αφ'κες τα κοκαλάκια σου εδώ σε ξένο τόπο .

Μάλτσιανη ,1952

Από .ΡΜ

Ένα τραγούδι απ’ το τόπο μου.

 

Ένα τραγούδι απ’ τον τόπο μου
Ιωνας, 25 Σεπτεμβρίου 2016



Σε διάφορες συζητήσεις γύρω από τα δημοτικά τραγούδια του τόπου μας, συχνά–πυκνά συναντάμε την άποψη πως «το τραγούδι αυτό είναι δικό μας», ή ότι «το τραγουδούσαν έτσι ή αλλιώς στην τάδε ή στη δείνα περιοχή», χωρίς όμως κανείς να μπορεί να επιβεβαιώσει με ακρίβεια την πηγή προέλευσής του.

Τα θέματα των περισσότερων δημοτικών τραγουδιών σχετίζονται με τη ζωή, τον έρωτα, την ιστορία ή την εθνική ταυτότητα του λαού που τα τραγουδά. Εξυμνούν ή στιγματίζουν πρόσωπα και γεγονότα, μεταφέροντάς τα μέσα από τους στίχους στις επόμενες γενιές.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί με ακρίβεια σε ποια περιοχή ή χωριό γεννήθηκε ένα τραγούδι, καθώς δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία. Ως εκ τούτου, οι συζητήσεις αυτού του είδους συχνά είναι άκαρπες ή και επιζήμιες για πολλούς λόγους.

Ωστόσο, στο παρακάτω τραγούδι, η προέλευση φαίνεται να είναι πιο ξεκάθαρη. Όπως περιγράφει ο αείμνηστος συγχωριανός μας, καθηγητής Λαογραφίας Γιώργος Παναγιώτου, η ρίζα του τραγουδιού εντοπίζεται στο χωριό Μάλτσιανη, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, στις αρχές του 19ου αιώνα.

Πρόκειται για ένα αφηγηματικό δημοτικό τραγούδι, στο οποίο διακρίνεται καθαρά το τοπωνύμιο Κάρπενος, καθώς και το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου — στοιχεία που ταιριάζουν απόλυτα με τη γεωγραφία του χωριού Μάλτσιανη.




Ο Χαλασμός του Δώδεκα

Ποιος θέλ’ ν’ ακούσει κλάματα, δάκρυα και μοιρολόγια,
να κάμει κόμπο την καρδιά και να βγει στα χωριά μας,
να ιδεί τους μαύρους τους καπνούς που φτάνουν στα ουράνια,
όπου κι οι πέτρες καίγονται και γίνονται ν’ ασβέστης,
να ιδεί πως σφάζοντ’ άντρες μας με βρωμοτουρκαλάδες,
να ιδεί γυναίκες με παιδιά, γερόντους και νυφάδες,
που ανεβαίνουν τα βουνά με πόνους και με δάκρυα,
να ιδεί το θάμα του Θεού, το θάμα του Αϊ-Γιάννη,
που σκέπασαν τον Κάρπενο μ’ ένα κομμάτι αντάρα.


Το παραπάνω τραγούδι είναι καταγεγραμμένο στο βιβλίο με τίτλο,
 «Δεν είμαστε και εμείς Ρωμιοί;» 
του καθηγητή Λαογραφίας Γιώργου Παναγιώτου

Ένα τραγούδι απ' το τόπο μου.

Σε διάφορες συζητήσεις που αφορά τα δημοτικά τραγούδια του τόπου μας , συχνά πυκνά συναντούμε την άποψη ότι , το τραγούδι αυτό είναι δικό μας , το τραγουδούσαν  έτσι η αλλιώς,  στην τάδε η στην βήτα περιοχή, χωρίς κανείς να μπορεί να επιβεβαιώσει με ακρίβεια την πηγή προέλευσης του.
Τα θέματα των περισσότερων δημοτικών τραγουδιών αναφέρονται για την ζωή,τον έρωτα,την ιστορία η την εθνική ταυτότητα του λαού που τα τραγουδά ,εξυμνούν ή στιγματίζουν  πρόσωπα ή γεγονότα μέσα από τους στίχους του τραγουδιού μεταφέροντας τα, στης επόμενες γενιές .
Στης περισσότερες περιπτώσεις είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί με ακρίβεια ,σε ποια περιοχή, η χωριό γεννήθηκε το τραγούδι,δεν υπάρχουν επαρκείς στοιχεία, ως εκ' τούτου η συζητήσεις αυτού του είδους να  είναι επιζήμιες για πολλούς λόγους.
Στο παρακάτω τραγούδι όμως,η πηγή του  τραγουδιού  έχει της ρίζες ,(όπως μας το περιγράφει ο αείμνηστος συγχωριανός μας καθηγητής Λαογραφίας Γιώργος Παναγίωτου)
στο χωριό Μάλτσιανη , την περίοδο της Τουρκοκρατίας στης αρχές του 19-αιώνα.
Ένα αφηγηματικό δημοτικό τραγούδι στο  οποίο διακρίνουμε το τοπωνύμιο , Κάρπενος και το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου Θεολόγου πράγμα που ταιριάζει απόλυτα με την γεωγραφία του χωριού Μάλτσιανη.

Ο χαλασμός του δώδεκα 

Ποιος θέλ' ν' ακούσει κλάματα ,δάκρυα και μοιριολόγια,
να κάμει κόμπο την καρδιά και να 'βγει στα χωριά μας,
να ιδεί τους μαύρους τους καπνούς που φτάνουν στα ουράνια,
όπου κι οι πέτρες καίγονται και γένονται ν' ασβέστης,
να ιδεί πως σφάζοντ' άντρες μας με βρωμοτουρκαλάδες,
να ιδεί γυναίκες με παιδιά,γερόντους και νυφάδες,
που ανεβαίνουν τα βουνά με πόνους και με δάκρυα
να ιδεί το θάμα του Θεού,το θάμα του Αϊ Γιάννη,
που σκέπασαν τον Κάρπενο μ' ένα κομμάτι αντάρα .






Το παραπάνω τραγούδι είναι καταγεγραμμένο στο βιβλίο με τίτλο,
 "Δεν είμαστε και εμείς Ρωμιοί;
του καθηγητή Λαογραφίας Γιώργου Παναγίωτου

Λιγα λογια για το χωριο μας

Χωριό στην περιοχή Ριζών, ανήκει στο Δήμο Φοινικαίων , Αγίους Σαράντα τής Βορείου Ηπείρου,γεωγραφικά βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Σιεντενίκου σε υψόμετρο 673 μέτρων,συνορεύει από ανατολικά με το χωριό Γρίαζδανη ,βορειοδυτικά με την Λεσινίτσα και νοτιοδυτικά με την Τσερκοβίτσα. Ό πληθυσμός του χωριού ,σύμφωνα με τής απογραφές, την πρώτη απογραφή του 1927 στο χωριό υπήρχαν 339 κάτοικοι,στην δεκαετία του ογδόντα 270 και μετά το ενενήντα οι μόνιμοι κάτοικοι ελάχιστοι διψήφιος αριθμός .
Γενεαλογία
Οι κυριότερες οικογένειες τής  Μάλτσιανης είναι οι , Αντωνάτες ,Παππαδάτες ,Παπουτσιάτες, Τζορατες,Τσικάτες, Τζανάτες και Σταμουλάτες ,κι οι οικογένειες Μαλίου, Γιώρη, Γιώτη και Θανάση η οποίοι έχουν καταγωγή από διπλανά χωριά .

Στο κέντρο του χωριού και δίπλα από την πηγή της Μαργάρος δεσπόζει ο ιερός ναός Κοίμησης Θεοτόκου,από τους ελάχιστους ναούς που διασώζονται από την εποχή του Βυζαντίου υπολογίζεται περί το 1100μ.χ.
Στο χωριό υπήρχαν παρά πολλές εκκλησίες ,σήμερα διασώζονται ο Άγιος Νικόλαος στους Βουρλάτες,ο Προφήτης Ηλίας στον Αελιά,και το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου ,ερείπια από της υπόλοιπες εκκλησίες υπάρχουν ακόμη σήμερα στους Ταξιάρχες στους Τζοράτες ,μάλιστα εκεί βρισκόταν το ποιο παλιό νεκροταφείο που γνωρίζουμε μέσα στο χωριό,η Αγία Τριάδα στο μπούρτζι,  ο Άγιος Γεώργιος στην ομώνυμη τοποθεσία ,πηγαίνοντας για τον Αελιά,η Παναγία στο Κεφαλόβρυσο ,ο Άγιος Μαρτίνος στην ομώνυμη τοποθεσία στο Μαγγανάρι και το μοναστήρι του Αγίου Βασιλείου στα Ζούμπρα ανάμεσα Μάλτσιανης  και Γριάζδανης .
Μνημεία.
Μεγάλης ιστορικής σημασίας στο χωριό είναι το αρχαϊκό κάστρο Ελίκρανον στον Αελιά ,όπως και τα αρχαία τοίχοι που υπάρχουν ακόμα σήμερα στους Βουρλάτες και στην Πλασιά.
Προσωπικότητες!
Από το χωριό καταγόταν ο ποιητής Σταυριανός Βηστιάρης έζησε τον15 με 16 αιώνα,εκδίδοντας και το χειρόγραφο βιβλίο "Οι ανδραγαθίες του σεβαστού Μιχαήλ Βοιβοδα" .
Ο καθηγητής λαογραφίας του Πανεπιστημίου τον Τιράνων και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών Γιώργος Παναγίωτου και συγγραφέας.
Όπως και πολλοί άλλοι ......αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε ότι πολλά νέα παιδιά του χωριού έχουν σπουδάσει πλέον στην Ελλάδα και πολλά παιδιά βρίσκονται με τής σπουδές τους στο εξωτερικό.
Εύχομαι να είναι η αφορμή ώστε τα νέα μας παιδιά να ασχοληθούν με την ιστορία του χωριού μάς.

Η ιστορία της Ρωμαϊκής Ηπείρου (Αρχαίας και Νέας) και οι Αρβανίτες

Κυριακή, 1 Νοεμβρίου 2015

Τον 3ο αιώνα π.Χ. η Ήπειρος παρέμεινε υπολογίσιμη, ενωμένη υπό το Κοινό των Ηπειρωτών ως ομόσπονδο κράτος με το δικό της κοινό αντιπροσώπων (ή «Συνέδριο»). Όμως βρέθηκε στο επίκεντρο των Μακεδονικών Πολέμων, συγκρούσεων μεταξύ της Μακεδονίας και της ανερχόμενης δύναμης της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Το Κοινό των Ηπειρωτών παρέμεινε ουδέτερο στη διαμάχη αυτή, όμως στον Γ' Μακεδονικό Πόλεμο(172-168 π.Χ.) οι Μολοσσοί πήραν το μέρος των Μακεδόνων, ενώ οι Χάονες και οι Θεσπρωτοί το μέρος των Ρωμαίων. Οι συνέπειες ήταν καταστροφικές για την Ήπειρο, οι Μολοσσοί υποτάχθηκαν το 167 π.Χ. και 150.000 κάτοικοι πάρθηκαν σκλάβοι. Η περιοχή λεηλατήθηκε τόσο έντονα από τους Ρωμαίους, που έπρεπε να περάσουν 500 χρόνια για να επανακάμψει και πάλι. Η 'Ηπειρος υπαγόταν από το 167 π.Χ. στην αχανή ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας ως το 27 π.Χ., οπότε είχε υπαχθεί (για έναν περίπου αιώνα) στη νεοιδρυθείσα ρωμαϊκή επαρχία της Αχαϊας. Με τη ρωμαϊκή κατάκτηση του 168 π.Χ. από τις λεγεώνες του ύπατου Αιμιλίου Παύλου, έπαψε και η ανεξαρτησία της Ηπείρου. Το 146 π.Χ. προσαρτήθηκε οριστικά με το όνομα «Παλαιά Ήπειρος
» (λατινικά: Epirus Vetus). Η παράκτια περιοχή γνώρισε σχετική εμπορική άνθιση, ενώ η κατασκευή της Εγνατίας Οδού, έδωσε περαιτέρω ώθηση στην εμπορική και οικονομική δραστηριότητα. τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ένας από τους δύο πιο σημαντικούς δρόμους που ξεκινούσαν από την πρωτεύουσα Ρώμη ήταν η Via Egnatia, ουσιαστικά προέκταση της Via Traiana. Ξεκινώντας από τη Ρώμη και με νοτιοανατολική κατεύθυνση διέσχιζε την Απουλία (Puglia), μέχρι την παραθαλάσσια πόλη Γνάθια (Εgnazia) που βρισκόταν μεταξύ των πόλεων-λιμένων της Απουλίας Μπάρι και Μπρίντιζι και πιο συγκεκριμένα των πόλεων Monopoli και Fasano στις δυτικές πλευρές της Αδριατικής. Το επί ιταλικής χερσονήσου χερσαίο οδικό τμήμα ονομαζόταν Via Traiana προς τιμήν του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού. Ακολουθούσε η υπερπόντια προέκτασή της από τη Γνάθια στην απέναντι ανατολική πλευρά της Αδριατικής την αρχαία Επίδαμνο, το σημερινό Δυρράχιο, αποτελώντας ένα είδος πορθμείου μεταξύ των δυτικών και ανατολικών ακτών της Αδριατικής. Διέσχιζε τη Βαλκανική χερσόνησο από την ανατολική Αδριατική ως τα Κύψελα, περνώντας από την Επίδαμνο (Δυρράχιο), Λυχνιδό (Οχρίδα), Ηράκλεια, Βεύη, Πέλλα, Θεσσαλονίκη, Αμφίπολη, Φιλίππους, Τόπειρο, Μαξιμιανού-
-πολη, Σάλη και Τραϊανούπολη, συνδέοντας τη νότια Ιταλία και τη δυτική Μεσόγειο με το Αιγαίο, την ανατολική Μεσόγειο, τον Εύξεινο Πόντο και τελικά την Ασία. Όταν οι Ρωμαίοι αποφάσισαν να κατασκευάσουν έναν από τους πιο σημαντικούς δρόμους για να συνδέσουν την Αδριατική με τον Ελλήσποντο, δεν ξέφυγαν και πολύ από τα ίχνη του προρωμαϊκού δικτύου που εκτεινόταν ανάμεσα στις αδριατικές χώρες και στο Αιγαίο φθάνοντας, πιθανόν, μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, κάτι που αναφέρει και ο Αριστοτέλης. Γι' αυτό δεν αποτελούν έκπληξη προϊστορικοί και μεταγενέστερων εποχών οικισμοί που αποκαλύπτουν οι ανασκαφές των τελευταίων χρόνων, με αφορμή τη χάραξη της σύγχρονης Εγνατίας Οδού. Ουσιαστικά αποτέλεσε για πάνω από 2.000 χρόνια τον πρώτο οδικό άξονα όπως νοείται στις μέρες που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τύχη της Ρώμης και όλων των άλλων δυνάμεων που κυριάρχησαν στα Βαλκάνια. Κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας η ιλλυρική άρχουσα τάξη δεν κατόρθωσε να προωθηθεί στην αυτοκρατορική ιεραρχία: οι γηγενείς περιορίστηκαν να υπηρετούν στον στρατό και στο ναυτικό. Στην εποχή του Τραϊανού (98-117 μ.Χ) οι ιλλυρικές κοινότητες της νοτιοανατολικής Παννονίας οι Σκορδίσκοι και οι Βρεύκοι απέκτησαν δικαίωμα ρωμαίου πολίτη. Σε σχέση με άλλες ρωμαϊκές επαρχίες οι Ιλλυριοί παρουσίαζαν χαμηλό ρυθμό αστικοποίησης. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο που εκδηλώθηκε ύστερα από τον θανατο του Αυτοκράτορα Κόμμοδου, το 192 μ.Χ., οι Ιλλυριοί αποκτούν σταδιακά σοβαρό ρόλο στα ρωμαϊκά πράγματα, καθώς αναγορεύουν τα εκεί στρατεύματα ως αυτοκράτορα τον διοικητή της Άνω Παννονίας Λεύκιο Σεπτίμιο Σεβήρο, εκδιώκοντας τον Δίωνα Κάσσιο. Ο σημαντικός ρόλος της περιοχής φαίνεται και από το ότι επανεμφανίζεται η ονομασία Illyricum (Ιλλυρικό). Κατά τον 3ο μ.Χ. αιώνα, σημαντικοί αυτοκράτορες κατάγονται από το Ιλλυρικό (Δέκιος,Κλαύδιος B΄ Γοτθικός, Αυρηλιανός, Πρόβος, Διοκλητιανός, Μαξιμιανός, Κωνσταντίνος Α΄ ο Μέγας). Οι ιστορικοί τους έχουν δώσει την επωνυμία Ιλλυριοί αυτοκράτορες. Ιλλυριοί είναι κι αυτήν την περίοδο βυζαντινοί Αυτοκράτορες: ο Ιοβιανός από τη Σιγγιδώνα (Βελιγράδι) ο Βαλεντινιανός από τις Κιβάλες (Βίνκοβτσι-Παννονίας). Το ρωμαϊκό Ιλλυρικό έπαψε να υφίσταται στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ. μετά την ήττα του Ουαλεντινιανού Β΄. στη μάχη της Ανδριανούπολης. Στις αρχές του 5ου αι. το Ιλλυρικό πλήττεται λόγω των συνεχών επιδρομών Γότθων, Ούννων, Αλανών. Ο Αναστάσιος, ο Ιουστίνος και ο ανιψιός του Ιουστινιανός ήταν οι τελευταίοι Ιλλυριοί αυτοκράτορες. Οι βόρειες περιοχές του ρωμαϊκού Ιλλυρικού καταλήφθηκαν από τους νομάδες Αβάρους και του γερμανόφωνους Λομβαρδούς αλλά το νότιο Ιλλυρικό εξακολουθεί να αποτελεί πηγή τροφοδότησης του ρωμαϊκού(Βυζαντινού) στρατού με έμψυχο δυναμικό.Οι Ιλλυριοί αναφέρονται για τελευταία φορά στη συλλογή αγιολογικών κειμένων, γνωστή ως Θαύματα του Αγίου Δημητρίου (Miracula Sancti Demetri), η οποία γράφτηκε κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ. Το 48-45 π.Χ. ιδρύθηκαν στο έδαφός της Ηπείρου από τον Καίσαρα δυο ρωμαϊκές αποικίες, το Βουθρωτό (σημ. Butrint) και η Φωτική (κοντά στη σημ. Παραμυθιά), που η επικράτειά της εκτεινόταν σε ολόκληρη τη Θεσπρωτία.Μετά τη ναυμαχία του Άκτιου (31 π.Χ.), ο νικητής Οκταβιανός Αύγουστος ίδρυσε κοντά στη σημερινή Πρέβεζα μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Βαλκανικής, τη Νικόπολη, που η επικράτειά της («χώρα») είχε συμπεριλάβει μέσα στα όριά της το έδαφος των σημερινών νομών Πρέβεζας και Άρτας, καθώς και ένα μέρος του σημερινού νομού Αιτωλοακαρνανίας. Την Ήπειρο διέσχιζαν παρακλάδια της ρωμαϊκής Εγνατίας οδού, που εξασφάλιζαν την επικοινωνία με την Κεντρική και Νότια Ελλάδα.  Στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα η Ήπειρος γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της, όταν στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης της επαρχιακής διοίκησης από τον αυτοκράτορα Τραϊανό (98-117 μ.Χ.), αποτέλεσε αυτόνομη επαρχία με πρωτεύουσα τη Νικόπολη, όπου είχε την έδρα του ο Ρωμαίος επίτροπος-διοικητής της επαρχίας. Η ακμή της διάρκεσε ενάμιση περίπου αιώνα και συγκεκριμένα ως το 235 μ.Χ., οπότε με την κρίση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και τις επακόλουθες βαρβαρικές επιδρομές δέχτηκε και αυτή όλες τις αρνητικές συνέπειες. Μετά από μισό αιώνα παρακμής, η Ήπειρος κατάφερε να ορθοποδήσει μόνο στα χρόνια του Διοκλητιανού (Τετραρχία), με τις διοικητικές του μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούσαν στην ίδρυση μικρότερων επαρχιών. Τότε η Ήπειρος διαιρέθηκε σε δυο επαρχίες, στην «Παλαιά Ήπειρο» (Epirus Vetus) και τη «Νέα Ήπειρο» (Epirus Nova), που υπάγονταν στη «Διοίκηση» των Μοισιών. H «Παλαιά ΄Ηπειρος», με πρωτεύουσα τη Νικόπολη, που υπαγόταν από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου στη «Διοίκηση» της Μακεδονίας, είχε συμπεριλάβει μέσα στα όριά της, εκτός από την Ακαρνανία, ολόκληρη την Ήπειρο ως τα Κεραύνια όρη (προς βορρά), καθώς και τρία νησιά του Ιονίου, την Κέρκυρα, τη Λευκάδα και την Ιθάκη. Η Ήπειρος περιήλθε στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία (Βυζάντιο), όταν διαιρέθηκε η αυτοκρατορία το 395 μ.χ.. Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη από τους σταυροφόρους το 1204, ο Μιχαήλ Α' Κομνηνός Δούκας κατέλαβε την Ήπειρο και ίδρυσε το ανεξάρτητο Δεσποτάτο της Ηπείρου, με πρωτεύουσα την Άρτα. Γεωγραφικά, το Δεσποτάτο περιλάμβανε εκτός από την Ήπειρο (από τον ποταμό Γενουσό  στην κεντρική Αλβανία στα βόρεια ως τον Αμβρακικό κόλπο στα νότια), την Αιτωλία, την Ακαρνανία και περιοχές της FYROM(Σκόπια). Το 1318 την περιοχή την κατέλαβαν προσωρινά Σέρβοι και αργότερα για ένα διάστημα κατέλαβαν κάποιες πόλεις Αρβανίτες. Η κάθοδος των ορθοδόξων αρβανίτικων φύλων στον ελλαδικό χώρο ξεκινά στα τέλη του 13ου αιώνα μ.χ. και σταματάει περίπου το 1600, έχοντας ως αρχική κοιτίδα την περιοχή Άρβανον στο βυζαντινό Δεσποτάτο της Ηπείρου των Κομνηνών, στην κεντρική περιοχή της σημερινής Αλβανίας και ως τόπο αρχικής εγκατάστασης στην βυζαντινή Θεσσαλία των Παλαιολόγων γύρω στο 1325. Μία άποψη ως προς τον δρόμο που ακολούθησαν είναι ότι διέσχισαν την άνω λεκάνη του Αλιάκμονα και διαμέσου Κορυτσάς, Καστοριάς και Γρεβενών έφτασαν στον θεσσαλικό κάμπο. Άλλη άποψη υποστηρίζει την κάθοδό τους μέσω των Ιωαννίνων στην Αιτωλοακαρνανία και τη μετακίνησή τους από εκεί στην Θεσσαλία. Επίσης δεκάδες χιλιάδες Αρβανίτες βρέθηκαν μετά την καταστροφή της Μοσχόπολης και της Κορυτσάς (Β.Ήπειρος) τον 17ο αιώνα στην Ανατολική Θράκη. Το 1329 το Δεσποτάτο της Ηπείρου πέρασε στην επικράτεια του Βυζαντίου, αλλά όχι για πολύ. Λίγο πριν την Οθωμανική
 κατάκτηση, η Ήπειρος ελέγχονταν από την Ιταλική οικογένεια των Τόκκων. Παρά την εναλλαγή διοικήσεων και κατακτητών, τουλάχιστον οι πόλεις της Ηπείρου διατηρούσαν κυρίως Ελληνικό πληθυσμό. Όπως αναφέρεται σε πανηγυρικό κείμενο που γράφτηκε μεταξύ 1427-1446, "Αι δε πόλεις καθαρόν έτι σώζουσι το ελληνικόν γένος, ...".
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ήπειρος
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αρχαία_Ήπειρος
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αρχαία_Εγνατία_Οδός
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ιλλυρία
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αρβανίτες

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiPGVuP3Re34WJ9dBXuNtmH4mruiqxnNoulb9NWrIbj7mVQ-F5HBtuhcqNi9Q6GDVH_gO7KpnEFrTx-Rv5RehETRurLfl2OXSQBzSVQb58UkYn0PasPC4-vUKchzCS1QLgljDrbrPlDidg/s1600/540px-AncientgrsetlinAlb.svg.pngπηγη:http://greekhistoryandprehistory.blogspot.gr/2015/11/blog-post_98.html?m=1;

Η ιστορική συνέχεια της Μάλτσιανης από τους Μολοσσούς, Θεσπρωτούς και το Μαγκανάρη.

  Η Ήπειρος αποτελεί γη πλούσια σε μνήμες και ιστορίες που διαπερνούν τους αιώνες, χαράσσοντας μια διαρκή πολιτισμική και ιστορική ταυτότητα...