Ιστορία που έγινε τραγούδι
Τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου είναι πλούσια και ποικίλα, μάλιστα σε αυτά συναντούμε όλα τα είδη δημοτικής ποίησης όπως καταγράφηκαν από λαογράφους.
Έχουμε ακριτικά τραγούδια, ιστορικά, κλέφτικα, μπαλάντες του τραπεζιού, νυφιάτικα (του γάμου),της ξενιτιάς, θρησκευτικά, εποχικά, παιδικά και μοιρολόγια.
Οι στίχοι των τραγουδιών πηγάζουν από την συνείδηση του λαού μας και έχουν έναν ιδιαίτερο τύπο ποιητικής σκέψης ο οποίος αποτελεί το θεμέλιο των τραγουδιών μας, σαν ιδιαίτερο είδος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι προσδιορίζει την φύση των σχέσεων μεταξύ της καλλιτεχνικής και ιστορικής αλήθειας και των μέσων έκφρασης του λαού μας.
Η αναπαράσταση των τραγουδιών απεικονίζεται με όρους φανταστικού η μυθολογίας χωρίς συγκεκριμένες λεπτομέρειες αλλά γενικά σε μορφή ιστορικού ιδανικού κάτω από την σκιά μεγαλοπρεπών προσώπων που συνενώνουν χαρακτηριστικά της εποχής τους και της μυθολογίας.
Οι άμεσες σχέσεις με την αρχαιοελληνική μυθολογία,μαρτυρούν κατά κάποιο τρόπο και την ιστορική μας συνέχεια.
Στα αφηγηματικά τραγούδια του τόπου μας επιλέγονται γεγονότα και πράξεις που σχετίζονται κυρίως με την ηθική και εθιμική ζωή ,την αφήνουν να υπονοηθεί με αυστηρή αντικειμενικότητα για αυτό και συνήθως αφηγούνται την πίστη,την αγάπη,το μίσος ,την φιλία η την προδοσία.
Έχουν στο κέντρο της αφήγησης τους τον άνθρωπο σαν άτομο,σαν εγώ, σα λυρικό πρόσωπο για αυτό συχνά η αφήγηση γίνεται στο πρώτο πρόσωπο ,ενώ ο μονόλογος η ο διάλογος,έχουν βαθύ λυρικό χαρακτήρα,διεγείροντας ανθρώπινα συναισθήματα για την τύχη του ανθρώπου.
Σήμερα θα παρουσιάσουμε ένα αφηγηματικό τραγούδι που έχει μια ιδιαίτερη σημασία για εμένα, περιγράφει κάποιο γεγονός, μια ιστορία αληθινή που συνέβη στο χωριό Μάλτσιανη, ημέρα γάμου της Κούλας Τζώρου όπως την έχει καταγράψει ο λαογράφος Γ. Παναγίωτου στο βιβλίο του «Δεν είμαστε και εμείς Ρωμιοί…!!»
Το παρακάτω τραγούδι το απήγγειλε η γριά Αναστασία Τζώρου,εξηγώντας:
«Ήταν μπροστά ‘πο το χαλασμό του δώδεκα.
Ήμουνε γκοτζιαγυναίκα τότες .
Παντρεύαμε την Κούλα του Τζώρου.
Τη Δευτέρα βράδυ,στα φιλέματα ,θα ήταν μεσάνυχτα,σα να φύτρωσε ‘πο τη γης μπήκε στον οντά ένας λεβέντης εδώ κι απάνω. Αρματωμένος,τα μαλλιά στους πλάτες,τα γένια στο γκιόξι,κάτι μάτια τόσα μεγάλα -φωτιές τόβγαζανε.
Οι άντρες είπαν μ’ ήτανε κάνας αϊντούτης και σκώθκανε,αλλ’ αυτός είπε ότι πολεμούσε τον Τούρκο κι έρθε να ξεχάσει.
Δεν είχε κούσω ,ούτε ξανάκουσα τίποτε για κείνον τον κλέφτη».
Όπως φαίνεται, ο κλέφτης του τραγουδιού πέρασε σαν μετεωρίτης,εντυπωσιάζοντας κάποιο ραψωδό με την απρόοπτη παρουσία και την πολεμική του εμφάνιση.
Του Χαρίλαου
Φάτε και πιείτε,βρε παιδιά,
χαρείτε να χαρούμε,
παντρεύουμε την Κούλα μας,
την όμορφη τρυγόνα.
Νάτος και ο Χαρίλαος
με τα λουριά στην μέση!
-Παιδί μ’ αν έρθες για καλό,
έλα και καλώς έρθες
αν έρθες γι’ ανακατωσιές ,
κοίτα μην μετανιώσεις.
Δεν έρθα ο μαύρος για κακό
κι ούτε κακό σας θέλω,
έρθα για να σας ευκηθώ,
να γένω και κουμπάρος
γιατ‘ είμ‘ ο δόλιος μαναχός
στης ράχες και στα πλάγια.
Κι αν τύχη και με βρει ποτές
το τούρκικο το βόλι,
να ‘χω ποιος να με λυπηθεί,
να ‘χω ποίος να με κλάψει.
– Κι αν έρθουν οι νιζάμηδες με τα ψιλά τα φέσια;
– Θα βάλω το ντουφέκι μου να πυκνοκελαηδήσει.
Μάλτσιανη ,1950
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια θα διαγραφούνε.